
Το καλοκαίρι του 1993 ο Ολυμπιακός, έχοντας ήδη δώσει τέλος στην πολυετή ανομβρία τίτλων του, ήθελε να φτάσει στην κορυφή της Ευρώπης και ο Γιάννης Ιωαννίδης πήρε το ελεύθερο από τη διοίκηση Σωκράτη Κόκκαλη να φτιάξει μια πραγματική υπερομάδα.
Δίπλα στον ηγέτη της αναγέννησης, Ζάρκο Πάσπαλι, προστέθηκαν δύο σούπερ σταρ του ελληνικού πρωταθλήματος, οι Ρόι Τάρπλεϊ και Παναγιώτης Φασούλας, ο Γιώργος Σιγάλας ήταν ήδη βασικός στο «2» και έλειπε ο παρτενέρ του Μίλαν Τόμιτς στη θέση του πλέι μέικερ, που θα αντικαθιστούσε το επί σειρά ετών πολύτιμο στέλεχος, Σταύρο Ελληνιάδη. Εκείνη την εποχή ο Παναγιώτης Γιαννάκης αποχωρούσε από τον Άρη και οι φήμες τον ήθελαν να πιάνει λιμάνι.
Ο Δράκος το ήθελε πολύ, το ίδιο και ο κόσμος των Πειραιωτών που γνώριζε τα συναισθήματά του από την εποχή του Ιωνικού Νικαίας. Το κοινό του παρελθόν στον «αυτοκράτορα» με τον «Ξανθό», ενέτεινε τα όσα ακούγονταν. Όμως, ο Έλληνας προπονητής έκανε ό,τι και ένα καλοκαίρι πριν στην περίπτωση του Νίκου Γκάλη. Δεν έκλεισε τον πρώην παίκτη του, ο οποίος τελικά κατέληξε στον Πανιώνιο, οδηγώντας τον σε μια εκπληκτική πορεία στο πλευρό του Φάνη Χριστοδούλου, του Χένρι Τέρνερ και του Έντι Στόουκς, ενώ στη συνέχεια ξανάπαιξε έστω και για λίγο με τον Γκάλη και αποτέλεσε βασικό στέλεχος της κατάκτησης της Ευρωλίγκας από τον Παναθηναϊκό.
Άραγε, πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα στο Φάιναλ Φορ του Τελ Αβίβ, αν ο Γιαννάκης είχε ακολουθήσει τον Τάρπλεϊ στον Πειραιά; Απλά για την ιστορία στη συνύπαρξή τους στον Άρη είχαν κατακτήσει το Κύπελλο Κυπελλούχων. Στον Ολυμπιακό εκείνο το καλοκαίρι πήγε ο επί σειρά ετών διακαής πόθος του Ιωαννίδη, Ευθύμης Μπακατσιάς από το Παγκράτι, ο οποίος ήταν φιλότιμος, βοήθησε αρκετές φορές, αλλά ποτέ του δεν κατάφερε να κάνει τη διαφορά με την ερυθρόλευκη φανέλα και ο ρόλος του από μια στιγμή και μετά ήταν εντελώς συμπληρωματικός.
Be the first to comment